Komianos's Blog

Από το Κοπανάκι Μεσσηνίας Πολιτιστικά Δρώμενα.

ΝΑΥΠΛΙΟ – NAPOLI DI ROMANIA – ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ – ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ – Η ΚΥΡΑ ΚΑΛΙΟΠΗ ΚΑΙ Ο ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ.

ΚΟΜΙΑΝΟΣ ΣΠ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΚΟΜΙΑΝΟΣ ΣΠ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

Ένας από τους ανθρώπους που άφησαν τα ίχνη τους και συνέβαλαν στην Τουριστική ανάπτυξη και αξιοποίηση της πόλις  του Ναυπλίου και των γύρω αξιόλογων αρχαιολογικών χώρων, ήταν ο νεοαποφοιτήσας και νεοδιορισθής Διοικητής τουριστικής Αστυνομίας, αείμνηστος πατέρας μου,ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΟΜΙΑΝΟΣ. Τόπος καταγωγής ένα όμορφο παραδοσιακό χωριό o Σταυρός Κερκύρας, κτισμένο στο βουνό πάνω από τις Μπενίτσες. Γεννημένος στην συνοικία Κομιανάτα Σταυρού, Γόνος μιας πολυμελούς και φτωχικής αγροτικής οικογένειας. Πατέρας του ο Σπύρος Κομιανος (Σακοράφας) και μητέρα του η Αγαθή Κομιανού. Κάθε πρωί για να μορφωθεί ξεκινούσε με τα πόδια διανύωντας μία απόσταση 12 και πλέον χιλιομέτρων κακοτράχαλου δρόμου για την πόλη της Κερκύρας Την (Χώρα). Ο γυρισμός τις απογευματινές ώρες με ήλιο ή βροχή η ίδια ταλαιπωρία. Το λιγοστό φως του λαδολύχναρου φώτιζε τα λιγοστά δανεικά βιβλία του τότε 6ταξίου γυμνασίουκαι τις σημειώσεις στα τετράδιά του. Το παρατσούκλι του «Βενέτης», εξαιτίας του δάσκαλού του των γαλλικών και Αγγλικών που το όνομά του ήταν βενέτης. Για να εξοικονομεί το χαρτζιλίκι του και να πληρώνει τα δίδακτρα των ξένων γλωσσών, Τα Σαββατοκύριακα ανηφόριζε στο λοφίσκο του «Φτελιά» όπου μάζευαι σε δεμάτια κλωνάρια Σχίνου. Ο Σχίνος όπως και οι συκιές είναι θηλυκός και αρσενικός. Στις μασχάλες των φύλλων εμφανίζονται οι βότρεις από τα άνθη. Τα κιτρινωπά ή κόκκινα μικρά άνθη διατάσσονται σε πυκνούς

ΚΩΝ. ΚΟΜΙΑΝΟΣ - ΕΛΠΙΔΑ ΜΑΓΓΟΥ

ΚΩΝ. ΚΟΜΙΑΝΟΣ – ΕΛΠΙΔΑ ΜΑΓΓΟΥ

σύνθετους βότρεις, οι οποίοι εκφύονται από τις μασχάλες των φύλλων. Οι καρποί (δρύπες) είναι μικροί και σφαιρικοί, στην αρχή είναι πράσινοι, ύστερα γίνονται κόκκινοι και τέλος, όταν πια ωριμάσουν, γίνονται μαύροι κατά το Σεπτέμβριο με Οκτώβριο. Τα φύλλα του άμα τα βράσουν γίνονται μία υπέροχη κόκκινη ανεξίτιλη βαφή για βελέντζες και υφάσματα. Οι βοσκοί με το ξύλο του κατασκευάζουν ακόμα και σήμερα γκλίτσες ή άλλα εργαλεία. Από τις ευλύγιστες σχινόβεργες φτιάχνονταν μπαστούνια ή ραβδιά, ζέβλες (στρογγυλός ξύλινος λαιμοδέτης για ζώα) και ξύλινα σκεύη όπου τοποθετούσαν την απόχη τους. Ο σχινόκαρπος χάρη στην υπόγλυκη γεύση του και την ευχάριστη μυρωδιά του τρώγεται ωμός. Από τον ώριμο σχινόκαρπο έβγαζαν λάδι, το σχινόλαδο, που αποτελούσε ανακουφιστικό φάρμακο για τον πόνο του αυτιού. Όλα αυτά τα προταιρήματα του σχίνου ήταν η αιτία που οι έμποροι εκείνης της εποχής τα αγόραζαν και μία ευκαιρία για να χαρτζιλικόνεται ο πατέρας μου. Υπηρέτησε σε πολλές υπηρεσίες όπως στο τελωνείο και στα διαβατήρια της Κρυσταλοπηγής στα Ελληνοαλβανικά σύνορα το 1932, Στο ξέμακρο και απομακρο αυτό ακριτικό χωριό της Κρυσταλοπηγής στις παρυφές του ιστορικού Βιτσίου. Ένα χωριό παντελώς ξεχασμένο από τις Ελληνικές αρχές με κατοίκους τρίγλωσσους που μιλούσαν Αλβανικά, Σλαβομακεδόνικα και Ελληνικά. Τότε τα σύνορα με την γειτονική Αλβανία ήταν ανοικτά, οι ληστείες και οι κατσικοκλοπές ήταν καθημερινή ασχολία των κατοίκων και των αστυνομικών, σαν νύκτωνε ο φόβος και ο τρόμος βασίλευε στο μεγαλοχώρι. Σε αυτό το μέρος των 2500 κατοίκων, κτισμένο στην πλευρά του βουνού 500 μέτρα από τον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στη χώρα των αετών και της Βορείας Ελληνικής Ηπείρου. Σε αυτό το υπέροχο μαγευτικό χωριό όπου μικροί χείμαρροι ροβολούσαν από τα πετροβούνια του Μάλι-Μάδι ποτίζοντας κήπους, λουλούδια και αυλές σπιτιών, τα καταπράσινα χορτάρια και τα ανοιξιάτικα αγριολούλουδα. το 1933 ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε την Ελπίδα κόρη της Φανής και του μπάρμπα Λάμπρου Μάγγου από το χωριό της Κρυσταλοπηγής. Μετά αποσπάσθήκε στην Θεσσαλονίκη πέρνωντας και την ετοιμόγεννη γυναίκα του μαζί. Το έτος 1934 τον Οκτώβριο σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης απέκτησε τον πρώτο του γιο τον Πέτρο, τον Δεκέμβριο 1934 τρεις μήνες μετά την γέννηση του παιδιού του, αποσπάσθηκε στην Αθήνα για την σχολή Ενομωταρχών Τουριστικής Αστυνομίας όπου και φοίτησε για δύο χρόνια. Μετά την απόσπασή του η οικογένεια ξαναγύρισε στο χωριό της Κρυσταλοπηγής. Απαραίτητο

ΑΠΟΨΗ ΠΟΛΕΩΣ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

ΑΠΟΨΗ ΠΟΛΕΩΣ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

να γνωρίζεις προπολεμικά τουλάχιστον τρεις ξένες γλώσσες. Εκτός από τα Γαλλικά και Αγγλικά έμαθε και την γλώσσα των Ιταλικών με την μέθοδο «άνευ διδασκάλου», και πέράσε την σχολή. Πρώτη ανάληψη καθηκόντων ώς διοικητού τουριστικής αστυνομίας ήταν στον δεμένο με την ιστορία, παράδεισο του Ναυπλίο. Την » Napoli di romania» Η «Νάπολη της Ρωμανίας» . Έτσι το ονόμαζαν οι Ενετοί κατακτητές, ΧΑΙΡΕ ΑΝΑΠΛΙ ΚΑΜΑΡΙ ΤΡΑΝΟ, Τ’ΑΓΙΟ ΧΩΜΑ ΣΟΥ ΟΤΑΝ ΠΑΤΟΥΜΕ, ΛΕΣ ΚΙ’ ΟΙ ΠΕΤΡΕΣ ΣΟΥ ΒΓΑΖΟΥΝ ΛΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΡΥΛΟ ΣΟΥ ΤΟΝ ΞΑΝΑΖΟΥΜΕ. ΚΑΘΕ ΝΤΑΠΙΑ  ΤΙΜΗ ΚΙ’ΑΡΧΟΝΤΙΑ, ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΘΕ ΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΛΕΒΕΝΤΙΑ, ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟ ΚΑΘΕ ΑΚΡΟΓΥΑΛΙ……  Το 1828 αναγορεύτηκε πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδος. Αυτή η πόλη υποδέχθηκε  τον Καποδίστρια τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδος. Έχει χαραχτηριστεί ως διατηρητέα πόλις και συνεχίζει να διατηρεί  όλα τα παραδοσιακά της στοιχεία, ανέγγιχτα από το χρόνο. Σημεία   αναφοράς της πόλης, το κάστρο του Παλαμιδιού, Το κάστρο του Μπουρτζιού στο μέσο του Αργολικού κόλπου, που συνεχίζουν να κρατάνε ζωντανούς τους θρύλους, χτισμένο πάνω στο μικρό νησάκι των Αγίων Θεοδώρων. Χειμώνα-καλοκαίρι, το σεργιάνι στα γραφικά λιθόκτιστα σκαλοπάτια και δρομάκια του Ψαρομαχαλά και των βραχατέϊκων. Την Πλατεία Συντάγματος που δείχνει ανέγγιχτη από τα χρόνια, η Φραγκοκκλησιά, η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, εκεί που φονεύθηκε ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος οΙωάννης Καπποδίστριας, αλλά και οι βόλτες στις κοντινές ακρογιαλιές του και τις περίφημες αμμουδιές που αποτελούν μόνιμη απόλαυση για όλες τις ανθρώπινες αισθήσεις. Είναι τόσα πολλά, είναι τόσο ωραία όλα τα αξιοθέατα στο Ναύπλιο, που δεν μπορεί κανείς παρά να ξαναγυρίσει για να συνεχίσει να ζει το γοητευτικό όνειρο που το Ανάπλι του προσφέρει, μέσα από τους στενούς και φαρδείς του δρόμους, τις μεγάλες-παλιές και μικρές-καινούργιες πλατείες, τις Οθωμανικές Κρήνες που στολίζουν τα ενετικά, τα νεοκλασικά και τα καινούργια του κτίρια, όλα γοητευτικά αρχιτεκτονικά κοσμήματα. Η Ακροναυπλία είναι η Ακρόπολη του Ναυπλίου. Οι Τούρκοι την ονόμαζαν Ιτς-Καλέ, που σημαίνει εσωτερικό φρούριο. Το φρούριο χτίστηκε από τους Φράγκους, πέρασε στα χέρια των Βυζαντινών και μετά των Τούρκων. Στα καποδιστριακά χρόνια, χτίστηκαν μια εκκλησία και ένα νοσοκομείο. Αργότερα, το φρούριο έγινε «Φυλακή του Θ. Κολοκοτρώνη», ο οποίος οδηγήθηκε εκεί με την κατηγορία της συμμετοχής και δράσης σε οργάνωση εναντίον του καθεστώτος. Για συνωμοσία κατηγορήθηκε και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, που ακολούθησε το 1821 την τύχη του Γέρου του Μοριά, φυλακισθείς στο ίδιο φρούριο. Ο Βράχος της Ακροναυπλίας, κατοικημένος από τους προϊστορικούς χρόνους, προσφέρει στον επισκέπτη μια πανοραμική και εξαίρετη θέα: Την Παλαιά Πύλη, το μοναδικό Μπούρτζι, τη μαγευτική παρουσία του Κόλπου του Ναυπλίου, την γοητεία του αργολικού κάμπου και τις ομορφιές της παραλίας της Αρβανιτιάς. Το Ναύπλιο είναι το κέντρο για μια επίσκεψη στις γύρω περιοχές αφού απέχει μόλις 30 χιλιόμετρα από την Επίδαυρο, 25 χιλιόμετρα από τις Μυκήνες και 4 χιλιόμετρα από τον αρχαιολογικό χώρο της Τίρυνθας. Η γαλήνη της θάλασσας θα αποτελέσει την καλύτερη ολοκλήρωση ενός διημέρου απόδρασης από την καθημερινότητα, ειδικά το καλοκαίρι, στην παραλία του Καραθώνα, πολύ λίγα χιλιόμετρα από τ’ Ανάπλι, που είναι η πιο διάσημη αμμουδιά της περιοχής, η μικρή πλαζ στο «Αγνάντι» κάτω από τα Πέντε Αδελφια, η χαλικόστρωτη πλαζ της Αρβανιτιάς τα «Αλογήσια» και τα «Γυναικεία», Ο ρωμαντικός περίπατος του γύρου της Αρβανητιάς, η σπηλιά του Δεσπότη, η περίφημη «πετρομένη κόρη της Αρβανιτιάς¨και ο θρύλος της, το γραφικό εκκλησάκι της Παναγίτσας με το περίφημο κρυφό σχολειό. Αλλά και το τουριστικό Τολό με την περίφημη χρυσή ακτή και παρα δίπλα την πεντακάθαρη πλαζ του Δρεπάνου. Ενθουσιασμένος από τις ομορφιές και την ιστορία του Ναυπλιου, ο νεοδιόριστος διοικητής της Τουριστικής Αστυνομίας, έβαλε όλα τα δυνατά του για να αναπλάσει τουριστικά την πόλη. Προτεραιότητα η καθαριότητα, η απομάκρυνση ακαλαισθήτων παραπηγμάτων. παραγκών, κουφάρια από σάπισμένα σκαριά βαρκών και άλλων αντικειμένων στην πλησίον καραβόσχαρα, και γενικά η ευπρεπής εικόνα της πόλεως του Ναυπλίου. Ήταν τότε στα μέσα της δεκαετίας του 50, μικρό παιδί στην παλιά πόλη του Ναυπλίου και ζούσα στο πατρικό μου σπίτι την πλατεία Αγίου Σπυρίδωνος. Κάθε πρωί κάτω από το σπίτι μου περνούσαν μικροπωλητές γυρολόγοι που μετέφεραν τα εμπορευματά τους είτε σε κάρρα που τα έσερναν ζωντανά, ή χειράμαξες γεμάτες με φρέσκα λαχταριστά ψαρια και με τις αγρασάριστες ξύλινες ρόδες να τρίζουν, ο περίφημος Μπάμπα Γαλάνης που με την ένρινη φωνή του διαλαλούσε την πραμμάτειά του, «Μαρίδα!!!!!,Γόπα!!!!!, Εδώ το φρέσκο ψάρι κατευθεία από τη τράτα!!!!»  ή σε φορτωμένα «βασταγά». Θυμάμαι λές και είναι τώρα τους δρόμους γύρω, τους γυρολόγους πωλητές με φορτωμένη την πραματειά τους είτε αυτή ήταν η κυρά Ασπασία η γαλατού, ή οποροπώλης ο μπάρμπα Γιάννης ο Τσιτσόπουλος που με την στεντόρια φωνή του διαλαλούσε κοφτά, » Αγγούρια, Ντομάτες, Πατάτες», Μετά ακολουθούσε η λαχανού κυρά Δάφνη «Λάχανα!!!, Γλυκά ραδίκια….» Σειρά είχε ο αυγουλάς, με μια μπάσα ιδιόμορφη κοφτή φωνή διαφημιζε την πραμματειά του, «Αυγά…Αυγά». Πολλές φορές περνούσε κάποιος βοσκός σέρνοντας δεμένα με τριχιά πίσω του κάποιο μικρό κοπάδι με  αιγοπρόβατα που τα πήγαινε για σφάξιμο στα χασάπικα ή για πούλημα στους χασάπιδες. Κάθε πρωϊ το απαραίτητο κτύπημα της βαριοπούλας πάνω στις σιδερένιες σφήνες για το σχίσιμο των κορμών για να κάψει ο ξυλόφούρνος των αδελφών Μπότσου. Όποιος πέρναγε έξω από τον φούρνο του έσπαζε η περίφημη μυρουδια τα ρουθούνια του φρεσκοψημένου ψωμιού και των φαγητών στο τεψί ή το γιουβέτσι σε πίλινο τσουκάλι. Όσο για το ξυπνητήρι το είχαμε καταργήσει, από τις 5 τα ξημερώματα όλος ο κόσμος ήταν στο πόδι.Δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο τότε το θέαμα με  τα ζώα μέσα στην πόλη και η βόσκηση των προβάτων στα χορτάρια  δίπλα στις σιδηροδρομικές γραμμές και στις πλαγιές του κάστρου του παλαμιδιού. Κατσίκια σκαρφαλωμένα στα βράχια εκεί που δεν έφταναν την χλορακιά τα πρόβατα.Σε μερικά χρόνια όταν τα παιδιά μας μεγαλωσουν, θα τους λέμε ότι, τους παλιούς εκείνους ρομαντικά συναισθηματικούς καιρούς, οι αγορές, δοσοληψίες, μεταφορές εμπορευμάτων και μικρά κοπάδια περνούσαν μέσα στην πόλη και κανένα παιδί δεν θα μας  πιστεύει.Εμένα που τα πρόλαβα έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, μου φαινόταν πολύ φυσιολογικό το γεγονός ότι συνυπήρχαν άνθρωποι, αυτοκίνητα «γκαζοζέν» ποδήλατα με λάστιχα από καουτσούκ και ζώα όλων των τύπων, εννοώ γαϊδούρια, μουλάρια, άλογα, κοπάδια από πρόββατα, γελάδια, κατσίκια κ.α. Όπως γράφει στα «Αιρετικά Ναυπλίου» ο αγαπητός συνάδελφος bloger Καράπαυλος με τίτλο :

Η κυρά Καλλιόπη και ο τουριστικός αστυνόμος.

  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ KOMIANOSΠριν την τοποθέτηση της τουριστικής αστυνομίας. Γράφει λοιπόν : «Είχαν γίνει προσπάθειες για την απομάκρυνση των κοπαδιών από την πόλη του Ναυπλίου πολύ παλαιότερα. Ο δικτάτορας Μεταξάς, απ΄ότι πληροφορήθηκα, αποφάσισε να εξολοθρεύσει τις κατσίκες με το σκεπτικό ότι έκαναν μεγάλη ζημιά σε καλλιέργειες και το κρέας τους και το γάλα τους τότε ήταν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με το προβατίσιο. «Εξολοθρεύσατε τας αίγας» ήτο η διαταγή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Εκείνη την εποχή λοιπόν, τέλη της δεκαετίας του 30, ως δασάρχης στην Αργολίδα υπηρετούσε ο περιβόητος Καλοβυρνάς. Υπάλληλος με συναίσθηση του καθήκοντος και απόλυτα πειθήνιος εις τας διαταγάς άνωθεν. Όταν λοιπόν κατέφθασε στο Δασαρχείο η εγκύκλιος για την εξολόθρευση των αιγών ο δασάρχης πήρε το κυνηγετικό του όπλο για να εκτελέσει τα γίδια της κυρα-Καλλιόπης. Μπαμ!!! Ο πρώτος πυροβολισμός και νάσου καταγής ο τράγος. Πέφτουν πάνω στο Δασάρχη οι Προνοιώτες και βρίσκει την ευκαιρία η κυρα-Καλλιόπη και σώζει το κοπάδι της, πλην του κερατά του τράγου, που μας άφησε χρόνους «υπέρ πατρίδος» , ή μάλλον για να ακριβολογήσει οσυνάδελφος «Υπέρ Δικτάτορος». Η κυρα-Καλλιόπη λοιπόν, υπήρξε μια πολύ ωραία φιγούρα στο Ναύπλιο. Τη θυμούνται καλά οι παλαιότεροι μεταξύ των οποίων και εγώ, ο γέρων πεντηκοντούτης και βάλε.Μια εποχή είχε το μαντρί της στην Κατακεκρυμμένη στην Καραθώνα. Οι περισσότεροι βέβαια την έβλεπαν, εκεί, στο Αη Γιάννη, στη Λεωφόρο 25ης Μαρτίου. Η κυρα-Καλλιόπη με τα γίδια της, ήταν το σήμα κατατεθέν της περιοχής μεταξύ Ναυπλίου και Πρόνοιας.Κάποια εποχή όμως τα γίδια της βρήκαν νέο

ΓΙΔΙΑ

ΓΙΔΙΑ

καταφύγιο κάτω από το Λιοντάρι των Βαυαρών. Όταν λοιπόν πήγαιναν οι οικογένειες πεζή για να πάνε στο Νεκροταφείο στους τάφους των δικών τους και τους έβλεπε η κυρά-Καλλιόπη, που ομιλούσε και την άπταιστη καθαρεύουσα, τους υποδεχόταν με χαμόγελα και καλοσύνες. «Καλώς τα βασιλόπουλα και τις βασιλοπούλες, καλώς τα αρχοντόπουλα και τις αρχοντοπούλες» Δεν διέκρινε κοινωνικές τάξεις. Όλοι ήσαν άρχοντες και βασιλιάδες στα μάτια της.Μόνον έναν μόλις τον αντίκριζε έβγαζε αφρούς και τον έβριζε. «Φύγε από εδώ κιτρινιάρη. Μακρυά μου χλεμπονιάρη».Τον μόνο άνθρωπο που αντιπαθούσε η κυρά-Καλλιόπη (μήπως ξέρει κανείς το επίθετό της να μας το πει;) ήταν ο Κώστας Κομιανός. Κερκυραίος την καταγωγή, υπήρξε ο πρώτος τουριστικός αστυνόμος της πόλης. Και ο πρώτος που φρόντισε την καθαριότητα και την ευπρέπεια του Ναυπλίου για να δεχθεί τους πρώτους επισκέπτες, τις πρώτες ξένες χελιδονίτσες. Ακούραστος και με όρεξη για δουλειά, όργωνε καθημερινά την πόλη. Έδιωξε τις παράγκες. Φρόντισε τα σκουπίδια να μπαίνουν σε μεταλικούς κάδους με καπάκια για να μην τα ξεσκίζουν οι γάτες. Έβαλε ποδιές και στολές στα γκαρσόνια. Άλλαξε την όψη της πόλης. Ευγενέστατος με όλους τους πολίτες υπήρξε τελικά ο συμπαθής αστυνομικός, παρά την αυστηρότητά του σε θέματα υγιεινής και εμφάνισης της πόλης και των καταστημάτων.» Μεταξύ των πολλών που έκανε υπέρ της τουριστικής ανάπτυξης ο Κώστας ο Κομιανός, ήταν να επιχειρήσει, κάποιες δεκαετίες μετά τον Καλλυβαρνά, να διώξει και αυτός τα γίδια της κυρα-Καλλιόπης από τον πολεοδομικό ιστό, διότι δεν ήσαν τα ζώα συμβατά με τις νέες τουριστικές δραστηριότητες της πόλης.  Ρε με το καλό, δε με το κακό, ρε με το εσείς, ρε με το ρε, ρε  με τη φοβέρα, τίποτα η κυρά-Καλλιόπη που είχε σώσει το κοπάδι της από τα γαμψά νύχια του δικτάτορα Μεταξά. Ήταν ανένδοτη. Τα γίδια θα μείνουν στ΄Ανάπλι, ότι και αν ήθελε ο κυρ τουριστικός αστυνόμος».

«Από εδώ θα συνεχίσω γράφοντας και συμπληρώνοντας την Τουριστική διαδρομή του πατέρα μου. Συνεχίζοντας την καθημερινή τους βόλτα στον κεντρικώτερο δρόμο του Ναυπλίου, ακολουθώντας δεμένα με τριχιά το ένα πίσω από το άλλο, την «Μαννούλα Καλλιόπη», το πατρικό της όνομα Καλιόπη Ζιώτου, το πατρικό της σπίτι κάτω από την πύλη του Ιτς – Καλέ στα βραχατέϊκα. Το παρατσούκλι της «Τσακήρω» (ομορφούλα) λόγω των τσακίρικων ματιών της άλλοι την φώναζαν «Λουπέφκο» άγνωστο γιατί.  Άνθρωπο δεν είχε πειράξει, ηταν δεμένη με τις κατσικούλες της, τα παιδιά της όπως τα φώναζε. Το γάλα που μάζευαι δεν το πούλαγε ούτε το έφτιαχνε τυρί, αλλά το έδινε για να το πιούν στις γίδες τα «παιδιά» της. Και τα ίδια τα ζωντανά καταλάβαιναν την αγάπη της. Σε όλους μιλούσε με ευγένεια και τα σχετικά κππλιμέντα, μιλούσε δε σε άπταιστη καθαρεύουσα. Μόνο που οι κατσικούλες της, κατουρώντας άφηναν τις κοπριές τους  και τις σχετικές «ευωδιές» τους στον χωμάτινο τότε μεγάλο δρόμο της πόλεως. Τον δρόμο της βόλτας, του περπατήματος, των εκδηλώσεων και του «κορταρίσματος»Όμως με τον κύριο Αστυνόμο που είχε βαλθεί να έχει η πόλη μας μία άψογη εμφάνιση απαλαγμένη από σκουπίδια και ασχημες μυρωδιές δεν τα έβγαζες εύκολα καλά. Πηγαίνει λοιπόν μια μέρα ο αστυνόμος, αγοράζει νέφτι μαλαστούπες, βρίσκει μερικά «χαμίνια», αποστολή τους να πασαλείψουν τα οπίσθια των κατσικιών. Μπουχός το κοπάδι με το που αισθάνθηκαν τα πισινά τους να καίνε . Τρέξιμο και όπου φύγει-

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΝΑΥΠΛΙΟ

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΝΑΥΠΛΙΟ

φύγει. Και από πίσω η κυρά Καλλιόπη, που προσπαθούσε να το ξαναμαζέψει, πιστεύοντας ότι κάποιο κακό μάτι ή κάποιος δαίμονας τα είχε ξεσηκώσει. Κατέφυγαν τρομαγμένα και με τα κωλομέρια τους να βγάζουν φωτιές σε μια σπηλιά δίπλα στην εκκλησία του Άϊ – Γιάννη, εκεί κατάφερε σιγά σιγά να τα συνεφέρει και να τα ημερέψει. Όλες οι κατσίκες της ήσαν επώνυμες. Σε όλες είχε ονόματα. Όλες ανταπέδιαδαν στο κάλεσμα με το όνμά τους. Η γκριζούλα, η ασπρούλα, η Βασίλισσα Φρειδερίκη, η τσαχπίνα, η ρούσσα, η λιόπρα, η κόρμπα, η λιάρα, η μπιρμπίλω, η Μαριωρή, κ.α. Σαν ξάπλωνε να ξαποστάσει τα κρύα βραδυα του χειμώνα, μαζευόντουσαν ολόγυρά της και την ζέστεναν με τα χνώτα τους και την ζεστασιά του κορμιού τους. Εάν έμπαινε κάποιος άγνωστος με κακές διαθέσεις, σηκωνόντουσαν στα πίσω πόδια τους έτοιμα να επιτεθούν στον εισβολέα και να προστατέψουν την μανούλα τους. Όμως αυτό που της έκανε ο Κώστας Κομιανός ποτέ δεν του το συγχώρεσε η συμπαθής κυρία-γιδοβοσκός. Για την κυρά Καλλιόπη όλο τ΄Ανάπλι, παλαιοναυπλιώτες, βραχατεϊκίτες, προνοιώτες και συνοικισμιώτες ήσαν αρχοντόπουλα και βασιλοπούλες εκτός από τον τουριστικό αστυνόμο, που ήταν ο «Κιτρινιάρης» και «χλεμπονιάρης» κυρ αστυνόμος (Ο κακός δαίμονας και ανελέητος διώκτης των «παιδιών » της. Μέσα στα καθήκοντά του ήταν και η ευπρεπής εικόνα. η τήρηση της καθαριότητος, είχε επιβάλει σε όσους μετέφεραν εμπορεύματα με υποζύγια, (μουλάρια, γαϊδούρια, φοράδες, άλογα, κ.λ.π.), να τοποθετούν στα οπίσθιά τους σακούλες για να μαζεύουν τις κοπριές, καθώς και σκούπες με φαράσια για τυχών κοπριές που έπεφταν στους δρόμους. Τα κοπάδια αιγοπροββάτων και των αγελάδων που τα πήγαιναν για σφαγή στα κεντρικά σφαγεία, έπρεπε να συνοδεύονται με ανάλογο αριθμό ατόμων για να μαζεύουν τις καβαλίνες και τις κοπριές τους (κακαράτζες). Όλοι ακολουθούσαν πιστά τις εντολές του Τουριστικού Αστυνόμου όπως τον ονόμαζαν… Βρε τι είναι ο καινούργιος διοικητής !!! Μέχρι και σακούλες για τις γκαβαλίνες φόρεσε στα κολομέρια των ζωντανών μας, Τι άλλο θα δούμε… Ένα άλλο μέτρο που πήρε o Διοικητής Τουρισμού  ήταν η ολοσχερής αφαίρεση και η καταστροφή του πλήθους των κατασκευασμένων από τάβλες και τσίγκους ακαλαισθητων παραγκών γύρω από την πλατεία του Δικαστικού μεγάρου, του μεγάλου δρόμου, του δρόμου της Αμαλίας και της παραλίας. Τα γκαρσόνια να σερβίρουν με ποδιές και σε καθαρά τραπεζάκια. Όλες οι σαπισμένες βάρκες που δεν μπορούσαν να επιδιορθωθούν στην περιοχή γύρω από το λιμάνι, να καούν. Οι κακότεχνα τοποθετημένα ταμπέλες, να ξηλωθούν και να τοποθετηθούν νέες επάνω στον τοίχο των καταστημάτων. Μέχρι ακόμη και στο πρώτο και παλαιότερο ξενοδοχείο το «ΠΑΝΕΛΛΗΝΕΙΟ», Έδωσε εντολή να αλλάξει η τεράστια πινακίδα και να τοποθετηθεί νέα μικρότερου μεγέθους στη σωστή θέση. Σε σημείο που οι Ναυπλιώτες μη βλέπωντας την τεράστια πινακίδα, να αναρωτιόνται… «Τι έγινε το ξενοδοχείο της κυρά Μαριγώς Γαλιλαίου; Το έκλεισε και αυτό ο κυρ Αστυνόμος;»  Ο νόμος και τα πρόστιμα αυστηρά, Όλοι οι πολίτες καταλάβαιναν ότιδήποτε γινόταν ήταν για το καλό και την μελλοντική ευημερία της πόλις. Ευγενέστατος με όλους τους πολίτες έγινε τελικά ο συμπαθής αστυνομικός, παρά την αυστηρότητά του σε θέματα υγιεινής και εμφάνισης της πόλης και των καταστημάτων. Συγχρόνως ανέλαβε την κατασκευή των δρόμων για τα τουριστικά «καραβάνια». Ο κόσμος των γύρω τουριστικών περιοχών βοηθούσε με δωρεάν προσωπική εργασία. Δεξιά και αριστερά των δρόμων υπήρχαν έλη και πλήθος κουνουπιών, μοναδική λύση η δενδροφύτευση με ευκάλυπτους και συγχρόνως συνέβαλλαν στον καλλωπισμό του τοπίου. Είχε όμως και τα αντιδραστικά στοιχεία. χαρακτηριστικό συμβάν κατά την δενδροφύτευση του δρόμου προς αρχαίες Μυκήνες, με εντολή εισαγγελέως αναγκάστηκε να δέσει κάποιον άκρως αντιδραστικό σε δένδρο μέχρι το πέρας της εργασίας. Και εν συνεχεία επίδοση επιστολής ότι σε περίπτωση εκριζώσεως θα δικαζόταν αρμοδίως. Ακόμη και στις μέρες μας υπάρχει μεγάλος αριθμός αυτών των ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΟΜΙΑΝΟΥδενδροστοιχιών, ιδίως στον δρόμο Ναυπλίου – Τυρίνθου – Αργους – Μυκηνών. Έμενε στο ξενοδοχείο Πανελλήνιον, εκεί ερωτεύτηκε με την κόρη της ξενοδόχου Μαριγώς Διαμαντή Γαλιλλαίου την μητέρα μου Αγγελική το 1937 και απέκτησε οικογένεια δύο αγόρια τον Διαμαντή το 1941 και εμένα τον Σπύρο το 1945. Τις δύσκολες ημέρες της γερμανικής κατοχής τις πέρασε με ταλαιπωρίες και δυστυχία για να να βαστήξει στην ζωή την επταμελή οικογένειά του. Μετά το τέλος του πολέμου τοποθετείθηκε στον οίκο του αγρότου και μετά δύο χρόνια διορίσθηκε τστην Ούνρα μέχρι που καταργήθηκε κ;αι αυτή. Η τύχη του χαμογέλασε και διορίσθηκε στην εθνική τράπεζα της Ελλάδος,Όμως και εκεί άτυχος… με την συγχώνευση των δύο τραπεζών επί Μαρκεζίνη και επειδή δεν είχε προλάβει να συμπληρώσει τετραετεία, χάνει την θέση του. Ως ο μοναδικός γνώστης 4 γλωσσών αρχίζει να διδάσκει κυρίως την Αγγλική και Ιταλική γλώσσα και σε πολύ λίγους μαθητάς την γλώσσα του σαλωνιού τα Γαλικά. Συγχρόνως εργάζεται και ως ξεναγός στα καραβάνια των ξένων που διψούσαν να γνωρίσουν την ιστορία της χώρας μας. Λάτρης της ιστορίας, της αρχαίας μυθολογίας και της Ιεράς παραδόσεως, δεν ήταν λίγες οι φορές που ξεναγώντας τα τουριστικά καραβάνια που επισκέπτονταν τις αρχαιότητες του τόπου μας τα Κυκλώπεια τείχη της Τυρίνθου, το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου και του Άργους. τον ναό του Ηραίου, τις Μυκήνες, το Ασκληπειϊο, τα κάστρα του Ναυπλίου και τόσους άλλους αρχαιολογικούς θησαυρούς… Αποσπούσε το θερμό χειροκρότημα και θαυμασμό αναπτύσωντας προσωπικές θεωρίεςτης σχέσεως μεταξύ Ιεράς Παραδόσεως, Αγίας Γραφής και αρχαίας μυθολογίας κατά την διάρκεια της ξεναγήσεως.

 

 

27 Ιουνίου, 2013 Posted by | ΚΟΜΙΑΝΟΣ ΣΠ. ΚΩΝΣΑΝΤΙΝΟΣ, ΝΑΥΠΛΙΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΝΑΥΠΛΙΟΥ, Uncategorized | 2 Σχόλια